Ιστορία

Οι Βισάλτες ήταν αρχαίος λαός της ανατολικής Μακεδονίας, που έζησε στα δυτικά του ποταμού Στρυμόνα, Θρακικής καταγωγής. Ο Ηρόδοτος αναφέρει για την περιοχή «Ειη δέ Παιονίη επί τω Στρυμόνι ποταμώ πεπολισσμένη» (Ηροδ Υ,13).

Ο Βισάλτης ήταν γιος του Ήλιου και της Γης, από τον οποίο πήρε και το όνομά της η χώρα. Πατέρας της Θεοφανώς, η οποία με μορφή προβάτου, συνέλαβε από τον Ποσειδώνα, που και αυτός είχε πάρει μορφή κριαριού, τον κριό που έδωσε το χρυσόμαλλο δέρας των Αργοναυτών. Γι’ αυτό η Θεοφανώ λέγεται και Βισαλτίς. Ο λαός αυτός, εκτός από τον Ηρόδοτο, αναφέρεται και από τον Θουκυδίδη, τον Διόδωρο, τον Πλίνιο και τον Πλούταρχο. Η αρχαία Βισαλτία ανήκε στο χώρο της αρχαίας Μακεδονίας, μεταξύ του όρους Βερτίσκος που ήταν το δυτικό της σύνορο, και του Στρυμόνα και της Κερκινίτιδος λίμνης, που ήταν το ανατολικό. Βρίσκεται, δηλαδή, στο γεωγραφικό χώρο που περιλαμβάνεται σήμερα η περιοχή της Νιγρίτας και του Σοχού. 

Το 490 π.Χ., κατά την εκστρατεία των Περσών εναντίον της Ελλάδος, ο βασιλιάς της Βισαλτίας μη θέλοντας ν' ακολουθήσει τους βαρβάρους, έφυγε στη Ροδόπη, στους δε γιους του απαγόρευσε να εκστρατεύουν κατά της Ελλάδος στο πλευρό των Ασιατών επιδρομέων. Αυτοί όμως δεν άκουσαν την συμβουλή του πατέρα τους, και ακολούθησαν τους βαρβάρους. 'Όταν μετά τη φυγή των Περσών ο βασιλιάς επανήλθε και βρήκε τους γιους του σώους και αβλαβείς, αυτοτυφλώθηκε. Από το 479 π.Χ. η Βισαλτία κατακτήθηκε από τον Αλέξανδρο τον Α'. Αργότερα οΠερικλής έστειλε 1000 Αθηναίους αποίκους, οι οποίοι συνέβαλαν πολύ στον εκπολιτισμό των Βισαλτών. Στη μάχη της Πύδνας το 168 π.Χ., στην οποία κρίθηκε η τύχη της Μακεδονίας, οι Βισάλτες πολέμησαν στο πλευρό του Περσέα. Τόσο πολύ διακρίθηκαν για την ανδρεία τους, ώστε ο Περσέας μετά την ήττα του, τότε μόνο απελπίστηκε τελείως, όταν τον εγκατέλειψαν και οι "ανδρείοι Βισάλτες".

Η επαρχία αυτή, αν και είχε μικρή έκταση κατά την αρχαιότητα, εν τούτοις περιείχε πολλές πόλεις, οι οποίες συχνά μνημονεύονται από τους αρχαίους συγγραφείς: η Άργιλος, το Κερδύλιο, η Βισαλτία, πρωτεύουσα της χώρας, οι Καλλίτεραι, η Ορεσκία, η Ευπορία, η Βέργα και η'Οσσα. Η πιο επίσημη από τις παραπάνω πόλεις ήταν η Άργιλος, που σύμφωνα με τη μαρτυρία των αρχαίων κτίσθηκε από τους Θράκες, τους πρώτους κατοίκους της χώρας, σε χρόνο άγνωστο, αποικίστηκε όμως από τους Ανδρίους συγχρόνως με τα Στάγειρα της Χαλκιδικής, γύρω στα μέσα της 7ης εκατονταετηρίδας. Μετά τη φυγή των Θρακών και τον αποικισμό των Ανδρίων, η Άργιλος που είχε παραμείνει ελεύθερη και αυτόνομη από το 655π.Χ. μέχρι την εκστρατεία του Ξέρξη (480 π.Χ.), υπέκυψε και αυτή στο κράτος του. Μετά από την ήττα και τη φυγή του συμπεριλήφθηκε στις συμμαχικές πόλεις της Αθήνας. Αργότερα όμως, αποστάτησε από τους Αθηναίους και διευκόλυνε το στρατηγό των Λακεδαιμονίων να καταλάβει την Αμφίπολη. Αργίλιος ήταν ο άντρας που πρόδωσε τον Παυσανία στους Σπαρτιάτες, ο οποίος όταν στάλθηκε σαν γραμματοκομιστής στον Αρτάβαζο αποσφράγισε τις επιστολές και κατήγγειλε την προδοσία στους Εφόρους.

Οι Βισάλτες ήταν Θράκες στην καταγωγή και μιλούσαν διάφορες γλώσσες. Είχαν ανεπτυγμένη την θρησκευτικότητα, δημιούργησαν θρησκευτικές ιδέες και ήταν εργατικοί, πράγμα που μαρτυριέται από τον πλούτο που απέκτησαν. Είχαν, επίσης, ανεπτυγμένη την αγάπη τους προς τη πατρίδα. Παρόλα αυτά, ήταν ειρηνικός λαός. Όμως, όπως όλοι οι Θράκες, δεν είχαν συναίσθηση της κοινωνικότητας και της κρατικής ενότητας, έτσι ώστε το κράτος τους να έχει τη δύναμη να επιβιώσει και να αντισταθεί στους ποικίλους εχθρούς της περιοχής και κυρίως τους Μακεδόνες. Το πολίτευμα της περιοχής ήταν η Βασιλεία και ο βασιλιάς ήταν ο απόλυτος δεσπότης. Οι βασιλείς ήταν φορείς της υπέρτατης εξουσίας και συμπεριφέρονταν προς τους υπηκόους τους χωρίς να δίνουν σε κανένα συλλογικό όργανο λόγο των πράξεων τους και μάλιστα, οι πράξεις τους είχαν τη σφραγίδα της αγριότητας. Αργότερα όταν υποτάχθηκαν στους Μακεδόνες (479 π.Χ.) διατήρησαν την αυτονομία τους από τον ίδιο το βασιλιά. Μόνο το 342π.Χ. καταργείται η αυτονομία των λαών της Θράκης.

Δύο είναι οι κεντρικοί πόλοι γύρω από τους οποίους στρέφεται η ζωή των Βισαλτών και η προσπάθειά τους προς την πρόοδο και την πολιτιστική ανάπτυξη. Ο Στρυμόνας ποταμός που λατρευόταν ως θεός, θεωρούνταν θεϊκό δώρο και το λίκνο των Μαινάδων το Παγγαίο όρος , αποτελεί το κέντρο της αινιγματικής λατρείας του Διονύσου. Χαρακτηριστικά γνωρίσματα που συνέθεταν το χρώμα της κοινωνικής ζωής των Βισαλτών, ήταν ότι παρείχαν ελευθερία στις γυναίκες πριν από το γάμο, ενώ απαιτούσαν πίστη από αυτές όταν τις παντρεύονταν. Εκτός από αυτό, είχαν τη συνήθεια να πουλούν ως δούλους τα παιδιά τους και να εξαγοράζουν τις γυναίκες τους με πολλά χρήματα από τους γονείς τους. Χρησιμοποιούσαν πολύ τον οίνο που ήταν το ιερό ποτό του θεού Διονύσου. Καλλιεργούσαν τα αμπέλια και τα δημητριακά ενώ ασχολούνταν με την κτηνοτροφία, την υλοτομία καθώς και την εξόρυξη χρυσού και αργύρου από τα ορυχεία, που τους έκανε πολύ πλούσιους. Πολύ διαδεδομένη ήταν και η καλλιέργεια της ελιάς.

Το πανηγύρι του Αγίου Αθανασίου αναδημοσίευση

Νιγρίτα - Ιωάννης Θ. Μπάκας

Το πανηγύρι του Αγίου Αθανασίου Σούρπας εκατόν είκοσι πέντε χρόνια πριν.

(στη μνήμη του παππού μου Γεωργίου Μ. Σίσκου)

Όταν, πριν χρόνια, ερευνούσα χάριν της διατριβής μου, σε αρχεία εφημερίδων της Κωνσταντινούπολης, του 19ου αιώνα, βρέθηκα μπροστά σε ένα ανώνυμο δημοσίευμα, του 1885, το οποίο περιέγραφε την πανήγυρη του Αγίου Αθανασίου Σούρπας κατά το έτος εκείνο. Η χαρά μου ήταν ανέλπιστη διότι βρήκα κάτι δημοσιευμένο για τη Νιγρίτα και μάλιστα, για τη συνοικία από την οποία κατάγομαι, τη Σούρπα. Το δημοσίευμα είναι ιδιαίτερα πολύτιμο γιατί μας παρέχει πληροφορίες για την περιοχή μας την εποχή εκείνη.

Μου γεννούσε πάντοτε απορία το γεγονός, ότι ενώ το πανηγύρι του Αγίου Αθανασίου αναφερόταν ως "ντοκούζ πανηγυρί", το ένατο δηλαδή πανηγύρι στο ευρωπαϊκό τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όπως τουλάχιστον ερμηνεύεται από παλαιότερους ιστοριοδίφες1, εντούτοις, το μόνο πανηγύρι του οποίου είχαμε την περιγραφή ήταν αυτό του Αγίου Θωμά, από το Συρπαίο (Σαρπουβνό) δάσκαλο της Νιγρίτας Δημήτριο Δαμάνη στις "Θερμαϊκές Ημέρες"και το "Παμμακεδονικό Ημερολόγιο" του 19082. Απορία μου δημιουργούσε επίσης και το γεγονός για το πώς οΔαμάνης περιέγραψε μόνο το πανηγύρι του Αγίου Θωμά της Νιγρίτας και όχι αυτό της πατρίδας του Σούρπας, το οποίο θεωρούνταν μεγαλύτερο και λαμπρότερο, αλλά και λόγω του ανταγωνισμού των δύο γειτονικών κοινοτήτων, για τις οποίες ο Δαμάνης κάνει αναφορά στα δημοσιεύματα του Νιγρίτα-Σύρπα3. Ενδεχομένως, ο Δαμάνης να γνώριζε ότι υπήρχε ήδη το δημοσίευμα, του 1885, για το πανηγύρι του Αγίου Αθανασίου, του οποίου πιθανόν να υπήρξε ο ανώνυμος αρθρογράφος ή διότι επιθυμούσε να κάνει ιδιαίτερη αναφορά στο πανηγύρι αυτό σε άλλο του δημοσίευμα.

Ωστόσο, πέρα από τα παραπάνω, το δημοσίευμα του 1885 έχει ιδιαίτερη αξία για την ιστορία και τη λαογραφία του τόπου μας και ο λόγος που δεν το δημοσίευσα μέχρι σήμερα, φυλάσσοντάς το ως πολύτιμο θησαυρό, οφείλεται στο ότι ματαίως περίμενα, το 2006, να εορταστούν τα εκατοντάχρονα του νέου ναού του Αγίου Αθανασίου. Φέτος, που συμπληρώνονται εκατόν είκοσι πέντε χρόνια από τότε που δημοσιεύθηκε η περιγραφή του πανηγυριού, με παρότρυνση καλών φίλων, αποφάσισα να προχωρήσω στην επαναδημοσίευσή του διατηρώντας τη γλώσσα και κάνοντας μόνο μερικές παρατηρήσεις για την καλύτερη κατανόηση του.

Εκ Σούρπης4, χωρίον τής επαρχίας Σερρών5, κειμένου νοτιοδυτικώς τής πρωτευούσης καί συνεχομένω μετά τήςκωμοπόλεως Νιγρίτης, γράφουσί μοι τά έξης, άπερ παρατήθημι ώδε, ώς έμφαίνοντα ζωηρώς τόν καθαρώς άρχαϊον έλληνικόν χαρακτήρα των ζωηρών καί φιλοπάτριδων κατοίκων καί τών μερών εκείνων έν οίς μέτ' εθνικής χαράς βλέπει τις ότι πλείστα τών προγόνων ημών ήθη καί έθιμα άχρι τοΰδε διετηρήθησαν.

Οί κάτοικοι τοϋ χωρίου Σούρπης προ τριών εβδομάδων ανήγγειλαν διά κήρυκος6 έν ταις άγοραΐς7 Σερρών, Τζουμαγιάς8Έζιόβης9, Σοχοΰ, Λαγκαζά10 καί άλλαχόθι τήν προσέγγισιν τής πανηγύρεως καί τήν έκτέλεσιν τώναθλητικών αγώνων, πανηγύρεως ήν εξ αμνημονεύτων χρόνων παρέλαβε καί διετήρησε τό χωρίον τοϋτο. Καί δή κατά τήν 1ην μαΐου εύχάριστον θέαμα παρεϊχεν ή τέ Νιγρίτη καί ή Σούρπη φιλοξενούσαι τούς προσερχόμενους πανηγυριστάς. Τοσαύτη δι' ήν εφέτος ή τών προσελθόντων συρροή οϊαν ουδέποτε ενθυμούνται οί γεροντότεροι. Ή ιερά εκκλησία11 τοΰ χωρίου κείται κατά τήν βόρειαν έσχατιάν αϋτοϋ έν θέσει γραφικωτάτη, διότι όπισθεν μέν αυτής εκτείνονται συκαμινεώνες αποτελούντες κατά τήν ώραν ταύτην μαγευτικώτατον δάσος12 έμπροσθεν δ' εκτείνεται μικρά πλατεία σκιαζομένη ύπό τριών, τεσσάρων εύσκίων καί ϋψικόμων πλατάνων καί τινών συκαμινεών - δροσερόν δέ πηγαϊον ύδωρ κατασβέννυσι τήν δίψαν τών πανηγυριστών. Έν τή πλατεία ταύτη εκτίθενται προς πώλησιν διάφορα κοσμήματα καί εδώδιμα13, λίθινη δέ γέφυρα αρχαιότατη συνδέει τό χωρίον μετά τής πλατείας καί εκκλησίας14 κάτωθι τής γέφυρας εκτείνεται κοιλάς χλοηφόρος, αρκετά ευρεία καί κατάσκιος15. Ή θέση είναι αμφιθεατρική καί κατάλληλος διά τους αθλητικούς αγώνας, ού μικρόν δέ εις την καλλονήν της θέσεως ταύτης συμβάλλεται καί τό ούρανομηκες κωδωνοστάσιον, χαιρετίζων διά του ήχου των κωδώνων του τους κατά την πανήγυριν ταύτην προσερχόμενους16.

Μετά μεσημβρίαν τής πρώτης μαΐου ή πλατεία έπληρώθη πωλητών διαφόρων, ό δέ ναός κατά τόν έσπερινόν επίσης έπληρώθη ύπό ξένων πάσης ηλικίας καί τάξεως17. Σημειωτέον δ' ότι την 2αν Μαΐου καί θρησκευτικήν άγει έορτήν τό χωρίον της εκκλησίας αΰτοΰ τιμώμενης έπ' ονόματι τοΰ κατ' έκείνην την ήμέραν έορταζομένου αγίου Αθανασίου πατριάρχου Αλεξανδρείας.